Τετάρτη, Αυγούστου 27, 2008

διψάμε

Εγώ στο κρεβάτι χαμένος
Η μοναξιά στην πολυθρόνα απέναντί
Κι η θλίψη στην διπλανή καρέκλα σαν οι εναπομείναντες μετά από πάρτι Την αγωνία την στείλαμε να πάρει τσιγάρα κι ας μην καπνίζει κανείς εδώ
Μέχρι τώρα τα λέγαμε πίνοντας μπύρες
Μα τελείωσαν κι αυτές και μείναμε να κοιταζόμαστε βουβά και ούτε ξέραμε τι περιμένουμε
Μα η καριόλα η θλίψη γρήγορα θυμήθηκε : ο πόνος γιατί αργεί; Πάνε ώρες που τον στείλαμε για μπύρες, λέτε να χάθηκε
κουδούνι
Αυθόρμητα: μην ανοίξει κανείς
Μα τι λες λέει η θλίψη διψάμε

Χίος

Έτσι γνώρισα την θλίψη ακουμπισμένος στον ώμο της νοσταλγίας και όλο το παρόν χάθηκε μαζί με το παρελθόν και όλη η ζωή κάηκε από εμπρηστές τη ραστώνη και το φόβο, αναπολώ τότε που ξεχασμένος σε εκείνο το βουνό σκοπός της ερημιάς έδειξα τόσο θάρρος όσο ποτέ άλλοτε και είπα στο θεό μου, αν η ζωή δεν έχει άλλες χαρές εγώ δεν την θέλω και έτσι όπως με τρέλαινε η ερημιά αγνάντεψα τη φύση από ψηλά με σιγουριά και ύστερα κάθισα ικανοποιημένος και ακούμπησα το όπλο μου στο πλάι.... διέκοψαν τις σκέψεις μου η γιαγιά και ο παππούς που ήρθαν να μαζέψουν μαστίχες και η ερημιά δεν με είχε ανάγκη πια

Παρασκευή, Αυγούστου 22, 2008

Ήρθε ο καιρός

Ήρθε ο καιρός να βγεις από τον κόσμο που έφτιαξες μόνος σου στο πίσω το δώμα, ήρθε ο καιρός να πεις και στους άλλους πως λίγο τρελός και λίγο χαμένος πήρες το δρόμο που βγάζει από το χρόνο πως πήγες στα πρώτα και είδες στα φώτα την ευτυχία να τρέχει προς τα δω